«ΟΡΟΣ ΚΑΛΛΙΔΡΟΜΟ»
Έκταση Περιοχής: 7.210 εκτάρια
Ευρωπαϊκό καθεστώς προστασίας:
ΕΖΔ GR2440006, «ΟΡΟΣ ΚΑΛΛΙΔΡΟΜΟ»
Εθνικό ή περιφερειακό καθεστώς προστασίας:
Υπάρχουν τρία Καταφύγια Άγριας Ζωής μέσα στην περιοχή: «Βόρειες πλαγιές του όρους Καλλίδρομο» (2.000 εκτάρια), «Αρνοφωλιά-Κρυονέρι» (1.050 εκτάρια) και «Πλατάνια» (3.500 εκτάρια).
Καθεστώς ιδιοκτησίας και κύριες χρήσεις γης:
Η περιοχή του έργου περιλαμβάνεται στο Δημόσιο Δασικό Σύμπλεγμα του όρους Καλλίδρομο. Μέσα στο δημόσιο δάσος υπάρχουν ιδιωτικές ιδιοκτησίες.
Οι χρήσεις γης στο Δημόσιο Δασικό Σύμπλεγμα ακολουθούν τα 10ετή δασοπονικά διαχειριστικά σχέδια της Δασικής Υπηρεσίας της Λαμίας. Τα δάση κατάρασσονται σε κατηγορίες διαχείρισης και χρησιμοποιούνται κυρίως για παραγωγή ξυλείας. Συγκεκριμένες εκτάσεςι παραχωρούνται σε κτηνοτρόφους της περιοχής ως βοσκότοποι.
Επιστημονική περιγραφή της περιοχής του έργου
Η περιοχή Natura 2000 «ΟΡΟΣ ΚΑΛΛΙΔΡΟΜΟ» επεκτείνεται σε υψόμετρο από 43-1.393 μέτρα και περιλαμβάνει το δυτικό τμήμα του Καλλιδρόμου και όλες τις ψηλές κορυφές. Το μητρικό πέτρωμα μεγάλου μέρους της περιοχής είναι ασβεστόλιθος, αλλά υπάρχουν επίσης μεγάλες εκτάσεις φλύσχη. Η περιοχή περιλαμβάνει αρκετά υδατορεύματα που είναι παραπόταμοι του ποταμού Σπερχειού. Η χλωρίδα, η πανίδα και η βλάστηση της περιοχής δεν έχουν ακόμα μελετηθεί λεπτομερώς. Παρ΄ όλα αυτά, οι πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στo Τυποποιημένο Έντυπο Δεδομένων της έχουν εμπλουτιστεί με πρόσφατα αδημοσίευτα στοιχεία, που ενισχύουν τη σημαντικότητά της.
Στις χαμηλότερες πλαγιές του βουνού αναπτύσσονται κυρίως Μεσογειακή σκληρόφυλλη βλάστηση, φρύγανα και υψηλή μακία. Τα φρύγανα (5420) καλύπτουν περίπου 2.206 εκτάρια και χαρακτηρίζονται από λαδανιές (Cistus spp.), Corydothymus capitatus, και Salvia fruticosa. Δενδρώδης σκληρόφυλλη βλάστηση και δάση Αριάς (Quercus ilex) (9340) καλύπτουν περίπου 1.000 εκτάρια σε αρκετά σημεία της περιοχής, ειδικά σε βορινές πλαγιές. Ο υπόροφος χαρακτηρίζεται από θάμνους όπως το Χρυσόξυλο (Rhus cotinus), η Κοκκορεβυθιά (Pistacia terebinthus) και τα σφενδάμια (Acer spp.), και από τυπικούς θάμνους μακίας όπως το Πουρνάρι (Quercus coccifera) and το Σχίνο (Pistacia lentiscus). Το Πουρνάρι κυριαρχεί στα ξηρότερα μέρη. Η Χνοώδης Δρυς (Quercus pubescens) σχηματίζει αμιγείς συστάδες ανα τόπους. Παρόχθιες συστάδες Πλατάνου (Platanus orientalis) υπάρχουν σε αρκετά σημεία, όπως οι χαράδρες πάνω από τη Μενδενίτσα, και καλύπτουν περίπου 33 εκτάρια.
Μεγάλο μέρος της περιοχής καλύπτεται από δαση κωνοφόρων. Στα χαμηλότερα υψόμετρα υπάρχουν φυσικά δάση Χαλεπίου Πεύκης (Pinus halepensis) (9540) που καλύπτουν περίπου 69 εκτάρια. Στα μεγαλύτερα υψόμετρα υπάρχουν κυρίως αμιγή δάση Μαύρης Πεύκης (Pinus nigra) (9536*) που καλύπτουν 3.075 εκτάρια και Κεφαλληνιακής Ελάτης (Abies cephalonica) που καλύπτουν περίπου 2.000 εκτάρια, αλλά και μικτά δάση (περίπου 200 εκτάρια). Χαρακτηριστικά είδη στα ελατοδάση είναι τα Helleborus cyclophyllus, Doronicum orientale, και Cephalanthera rubra, καθώς και το Αγριόκεδρο (Juniperus oxycedrus) και το σπάνιο στην Ελλάδα Αρκουδοπούρναρο (Ilex aquifolium). Οι δρυς περιστασιακά συμμετέχουν στον υπόροφο και σχηματίζονται διάφορες μεταβατικές ζώνες με μικτές συστάδες κωνοφόρων και δρυών. Το Αγριόκεδρο είναι επίσης κυρίαρχο είδος στη δενδρώδη σκληρόφυλλη βλάστηση (5210) που καλύπτει περίπου 67 εκτάρια) στα χαμηλότερες παρυφές του δάσους των κωνοφόρων.
Ξηρά και υγρά ορεινά λιβάδια αναπτύσσονται στα δασικά ανοίγματα, σε υψόμετρα 970-1.100 μέτρων, σε ασβεστόλιθο και φλύσχη. Τα ξηρά λιβάδια σε ασβεστόλιθο (6210*) χαρακτηρίζονται από ποικιλία πλατύφυλλων και αγρωστωδών φυτών των γενών Festuca, Trifolium, Crocus, Colchicum και Viola, καθώς και αρκετά είδη ορχιδεών. Τα υγρά λιβάδια χαρακτηρίζονται από είδη όπως τα Galium palustre, Oenanthe silaifolia και Juncus spp.
Υπάρχουν δύο μεγάλες, φυσικές εποχικές λίμνες σε υψόμετρα 1.000-1.100 μέτρων. Η μεγαλύτερη βρίσκεται στη Σουβάλα και η μικρότερη στη Νευρόπολη. Εκεί αναπτύσσεται τυπική εποχική υδρόβια βλάστηση (3170*) με είδη όπως τα Myosurus minimus, Polygonum aviculare, Juncus bufonius, Ranunculus lateriflorus, Gnaphalium uliginosum, Mentha cervina, και Isoetes heldreichii.
Στους γυμνούς ασβεστολιθικούς βράχους στο Σάρωμα, στο Καστράκι, στου Ψαρρού, στο Ελαφοβούνι και στο Βραχοβούνι, αναπτύσσεται χασμοφυτική βλάστηση, που περιλαμβάνει τα χαρακτηριστικά είδη Campanula rupestris, Umbilicus rupestris και Sedum sp. (8210) και καλύπτει περίπου 100 εκτάρια, καθώς και βλάστηση λιθώνων (8410) που καλύπτει περίπου 100 εκτάρια.
Η χλωρίδα της περιοχής περιλαμβάνει πάνω από 600 είδη, αλλά ο κατάλογος δεν είναι πλήρης. Τα στοιχεία για την πανίδα είναι επίσης ελάχιστα. Η περιοχή φιλοξενεί περισσότερα από 30 είδη πτηνών, τουλάχιστον 6 είδη θηλαστικών, 9 είδη ερπετών και 7 είδη αμφιβίων. Στον ευρύτερο χώρο του Καλλιδρόμου υπάρχουν αρκετά αρχαιολογικά και πολιτιστικά αξιοθέατα. ‘Ένα ιστορικό μνημείο, η Μονή Δαμάστας βρίσκεται μέσα στα όρια της περιοχής.
Σημασία της περιοχής του έργου για τη βιοποικιλότητα:
Το σημαντικότερο στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος στο Καλλίδρομο είναι η παρουσία μεγάλων περιοχών καλά διατηρημένων ενδιαιτημάτων με χαμηλό επίπεδο όχλησης.
Σε επίπεδο τοπίου, η σημασία της τοποθεσίας έχει αναβαθμιστεί από τη σύνδεση με το ευρύτερο οικοσύστημα του Σπερχειού (ΕΖΔ GR2440002 και ΖΕΠ GR2440005), και με τα οικοσυστήματα της Οίτης (ΕΖΔ GR2440004 και ΖΕΠ GR240007). Η έλλειψη λεπτομερών στοιχείων εμποδίζει την αξιόπιστη αξιολόγηση της περιοχής.
Οικότοποι: Στην περιοχή καταγράφονται 14 τύποι οικοτόπων του Παραρτήματος I της Οδηγίας 92/43/EΟΚ, τρία από αυτά ως ενδιαιτήματα προτεραιότητας (3170*, 6210*, 9530*). Τα μεσογειακά εποχικά λιμνία (3170*) είναι εξαιρετικά σημαντικά σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο. Για πλήρη περιγραφή της σημασίας των εποχικών λιμνίων σε μεγάλα υψόμετρα της Κεντρικής Ελλάδας παρακαλώ ανατρέξτε στην περιγραφή της περιοχής GR2440004.
Χλωρίδα: Τουλάχιστον 15 ενδημικά ελληνικά taxa έχουν καταγραφεί εδώ, δύο από τα οποία (Onosma stridii, Polygonum papillosum) είναι στενότοπα ενδημικά της Στερεάς Ελλάδας. Επίσης απαντάται μεγάλος αριθμός βαλκανικών ενδημικών ειδών, μεταξύ τους και το σπάνιο Haplophyllum coronatum. Επιπλέον η τοποθεσία φιλοξενεί το φυτό Ruscus aculeatus που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα V της Οδηγίας 92/43/EΟΚ και 26 taxa ορχιδεών που προστατεύονται από τη Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο των Ειδών της Άγριας Πανίδας (CITES).
Ορνιθοπανίδα: Η περιοχή φιλοξενεί 7 είδη πτηνών του Παραρτήματος I της Οδηγίας 79/409/EΟΚ (1 επιδημητικό και 6 φωλιάζοντα) και τουλάχιστον 16 μεταναστευτικά είδη. Η παρουσία άφθονων γέρικων πεύκων και ελάτων αυξάνει την αξία της τοποθεσίας για τους δρυοκολάπτες.
Θηλαστικά: Η περιοχή φιλοξενεί 3 απειλούμενα στην Ελλάδα είδη που προστατεύονται και από τη Σύμβαση της Βέρνης (Παράρτημα II). Ο Λύκος, περιλαμβάνεται στο Παράρτημα II της οδηγίας 92/43/EΟΚ.
Αμφίβια και Ερπετά: Η περιοχή φιλοξενεί 17 είδη προστατευόμενων από τη Σύμβαση της Βέρνης (Παράρτημα II). Τρία είδη, η Κιτρινομπομπίνα, η Γραικοχελώνα και η Μεσογειακή χελώνα περιλαμβάνονται στο Παράρτημα II της Οδηγίας 92/43/EΟΚ.
Ασπόνδυλα: Η τοποθεσία φιλοξενεί ένα είδος, το Saturnia pyri, που κατατάσσεται ως σπάνιο στην Ευρώπη.