«ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΟΙΤΗΣ»
Έκταση Περιοχής: 7.210 εκτάρια
Ευρωπαϊκό καθεστώς προστασίας:
ΕΖΔ GR2440004 «ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΟΙΤΗΣ»
ΖΕΠ GR2440007 «ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΟΙΤΗΣ-ΚΟΙΛΑΔΑ ΑΣΩΠΟΥ»
IBA: GR 104 «ΟΡΟΣ ΟΙΤΗ»
Εθνικό ή περιφερειακό καθεστώς προστασίας:
Περιοχή σχεδιάστηκε ως «Εθνικό Δασικό Πάρκο του όρους Οίτη (Εθνικός Δρυμός Οίτης)» με το Βασιλική Διάταγμα 218/7.3.1966 (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως 56/12.3.1966). Το Εθνικό Πάρκο του όρους Οίτη αποτελείται από τον πυρήνα αυστηρής προστασίας (3.370 εκτάρια) και την περιφερειακή ζώνη (3.630 εκτάρια). Τα όρια της περιοχής ΖΕΠ συμπίπτουν με τα όρια της περιφερειακής ζώνης.
Μέρος της περιοχής επικαλύπτεται από το Καταφύγιο Άγριας Ζωής «Σκασμένη, Φραντζή-Δύο Βουνών» (Νόμος 177/75, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 2637/98).
Καθεστώς ιδιοκτησίας και κύριες χρήσεις γης:
Η περιοχή του έργου είναι δημόσια γη.
Στη ζώνη αυστηρής προστασίας οι χρήσεις γης είναι περιορισμένες και απαγορεύονται όλες οι αγροτικές, δασοπονικές, κτηνοτροφικές, ψυχαγωγικές και οικιστικές δραστηριότητες. Η κτηνοτροφία επιτρέπεται στην περιφερειακή ζώνη και η υλοτομία επιτρέπεται σε μια μικρή περιοχή στο δυτικό τμήμα της περιφερειακής ζώνης γύρω από το Δήμο της Καστανιάς.
Επιστημονική περιγραφή της περιοχής του έργου
Το Εθνικό Πάρκο της Οίτης επεκτείνεται σε υψόμετρα από 400-2.116 μέτρα και περιλαμβάνει τις ψηλότερες κορυφές του ορεινού όγκου, εκτός από την ψηλότερη, τον Πύργο, στα 2.152 μέτρα. Το μητρικό πέτρωμα του μεγαλύτερου μέρους της περιοχής είναι ασβεστόλιθος, αλλά υπάρχουν και μεγάλες εκτάσεις με φλύσχη. Υπάρχουν επίσης πολλοί καρστικοί σχηματισμοί μεγάλης αισθητικής αξίας. Ένα σημαντικό χαρακτηριστικό της Οίτης είναι ο μεγάλος αριθμός χειμάρρων, κυρίως στη βόρεια πλευρά, που χύνονται στον ποταμό Σπερχειό και τροφοδοτούν με νερό την περιοχή.
Η βλάστηση που αναπτύσσεται στους ασβεστόλιθους των χαμηλότερων υψόμετρων, μέχρι τα 800 μέτρα, χαρακτηρίζεται από αείφυλλους σκληρόφυλλους θάμνους (τύπος οικοτόπου 9320, Oleo-lentiscetum aegeicum ) και από μία ζώνη δάσους Αριάς Quercus ilex (τύπος οικοτόπου 9340, Andrachno-Quercetum ilicis). Επίσης, στο ανατολικό τμήμα της περιοχής υπάρχει μία μικρή συστάδα πυκνού δάσους Πλατύφυλλης Δρυός Quercus frainetto (Querco cocciferae-Phillyreetum latifoliae). Κατά μήκος πολλών ρεμάτων αναπτύσσονται επιμήκεις συστάδες Πλατάνου (Platanus orientalis) (τύπος οικοτόπου 92C0).
Στα μεγαλύτερα υψόμετρα (700-1.950 μέτρα) κυριαρχούν τα δάση της ενδημικής Κεφαλληνιακής Ελάτης (Abies cephalonica). Τα ελατοδάση αναπτύσσονται σε ασβεστόλιθο ή σε φλύσχη και γενικά είναι πυκνά (μέση κάλυψη 80%). Η Μαύρη Πεύκη (Pinus nigra subsp. pallasiana) (9530*) σχηματίζει ένα μικρό φυσικό δάσος στις βόρειες πλαγιές της περιοχής (1.150-1.350 μέτρα). Το Juniperus foetidissima (9560*) σχηματίζει δύο αραιές, στενές συστάδες σε απότομες ασβεστολιθικές πλαγιές στο ανατολικό τμήμα της περιοχής. Θαμνώνες με πυκνά και χαμηλά Juniperus communis subsp. nana (τύπος οικοτόπου 4060) αναπτύσσονται στις παρυφές του ελατοδάσους σε φλύσχη. Αναγέννηση των ελάτων συχνά παρατηρείται ανάμεσα στους θάμνους. Ενδημικά ορεινά μεσογειακά χέρσα εδάφη με ακανθώδεις θάμνους (τύπος οικοτόπου 4090) καλύπτουν μεγάλα τμήματα των δασικών ανοιγμάτων και εδάφη με φλύσχη ψηλότερα από το δασοόριο (υψόμετρα 1.200-2.000 μ) . Χαρακτηρίζονται από πυκνούς χαμηλούς θάμνους και φρύγανα όπως τα Astragalus thracicus subsp. parnassi, Marubium velutinum, Daphne oleoides, Astragalus semprevirens και Acantholimon androsaceum. Αυτός ο τύπος χερσότοπου έχει εξελιχθεί παράλληλα με τη βόσκηση των αιγοπροβάτων, που ήταν ιδιαίτερα έντονη στο παρελθόν.
Τα λιβάδια με Nardus stricta - Alopecurus gerardii (6230*) αφθονούν στα δασικά ανοίγματα και στα οροπέδια σε υψόμετρα πάνω από 1.000 μέτρα, σε φλύσχη. Ευτροφικά λιβάδια με υψηλές πόες και Juncus effuscus (τύπος οικοτόπου 6430) αναπτύσσονται πάνω από τα 1.400 μέτρα σε υγρές τοποθεσίες. Μικρά μεσογειακά εποχικά λιμνία (3170*) με Corrigiola litoralis, Ranunculus lateriflorus και Myosurus minimus εμφανίζονται στις Λειβαδιές, το κεντρικό οροπέδιο της Οίτης, και σε ένα μικρό οροπέδιο στην περιοχή της Λούκας.
Χασμοφυτική βλάστηση (τύπος οικοτόπου 8210), που χαρακτηρίζεται από τη συμμετοχή πολλών ενδημικών ειδών αναπτύσσεται κυρίως στις απότομες ασβεστολιθικές πλαγιές του βόρειου τμήματος της περιοχής.
Η χλωρίδα της περιοχής περιλαμβάνει περισσότερα από 1.000 taxa. Το μεσογειακό και βαλκανικό στοιχείο είναι κυρίαρχα στη χλωρίδα. Εδώ εμφανίζονται 79 ελληνικά ενδημικά φυτά. Συνολικά, τα ενδημικά, σπάνια/απειλούμενα και προστατευόμενα φυτικά είδη, που είναι σημαντικά για τη βιοποικιλότητα, φτάνουν τα 140: περίπου 90 από αυτά εμφανίζονται σε λιβάδια των δασικών ανοιγμάτων, ενώ 10 από αυτά είναι εμφανίζονται μόνο στα δάση.
Η πανίδα της περιοχής δεν έχει ακόμα μελετηθεί με λεπτομέρεια. Σύμφωνα με το Διαχειριστικό Σχέδιο του Εθνικού Πάρκου του Όρους Οίτη (LIFE92 NAT/GR/013700), η πανίδα περιλαμβάνει 166 είδη πτηνών, 59 είδη θηλαστικών, 43 είδη αμφιβίων και ερπετών, και 12 είδη ψαριών του γλυκού νερού. Τα στοιχεία για τα ψάρια αφορούν στην ευρύτερη περιοχή της Οίτης συμπεριλαμβάνοντας τις γύρω πεδινές περιοχές, επομένως ο αριθμός μέσα στο Εθνικό Πάρκο μπορεί να είναι μικρότερος. Η κατανομή των ευρύτερων ομάδων πανίδας στα ενδιαιτήματα φαίνεται στον ακόλουθο πίνακα.
Ενδιαίτημα |
|
Θηλαστικά |
Πτηνά |
Αμφίβια - Ερπετά |
|||
|
|
βρέθηκαν |
αναμενόμενα |
βρέθηκαν |
αναμενόμενα |
βρέθηκαν |
αναμενόμενα |
Αλπικά λιβάδια |
6230*, 6430 |
5 |
12 |
23 |
44 |
4 |
6 |
Ελατοδάση |
|
9 |
29 |
61 |
84 |
9 |
25 |
Δρυοδάση |
περιλαμβάνει και το 9430 |
2 |
27 |
12 |
88 |
3 |
31 |
Μεσογειακοί θάμνοι και λειμώνες |
περιλαμβάνει και το 9320 |
7 |
32 |
42 |
104 |
7 |
37 |
Βράχοι |
8210, 8140 |
2 |
22 |
17 |
31 |
0 |
7 |
Στην ευρύτερη περιοχή της Οίτης υπάρχουν πολυάριθμοι αρχαιολογικοί και πολιτιστικοί χώροι. Μέσα στο Εθνικό Πάρκο υπάρχουν ερείπια αρχαίων προμαχώνων (τοποθεσία Αετός) και η Μονή Αγάθωνος, που χρονολογείται στον 12ο αιώνα. Στο συγκρότημα της Μονής Αγάθωνος υπάρχει ένα μικρό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας που παρέχει βασική πληροφόρηση για την άγρια ζωή του βουνού.
Σημασία της περιοχής του έργου για τη βιοποικιλότητα:
Το Εθνικό Πάρκο της Οίτης χαρακτηρίζεται από γεωλογική και γεωμορφολογική ποικιλία, έχει άφθονες πηγές νερού και βρίσκεται στη μεταβατική ζώνη μεταξύ Βόρειας και Νότιας Ελλάδας. Είναι σημαντικό για τη βιοποικιλότητα σε εθνικό επίπεδο επειδή περιλαμβάνει ποικιλία εκτενών φυσικών και ημι-φυσικών ενδιαιτημάτων, με πολύ καλή παρουσία (με πιο σημαντική την παρουσία των δασών Κεφαλληνιακής Ελάτης). Επίσης φιλοξενεί μεγάλο αριθμό ειδών χλωρίδας και πανίδας, κάποια από τα οποία είναι σπάνια, και είναι το νοτιότερο όριο της εξάπλωσης αρκετών ειδών όπως το Caltha palustris. Είναι επίσης σημαντικό για τη βιοποικιλότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο και για αυτό το λόγο έχει θεσπιστεί ως Βιογενετικό Απόθεμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Οικότοποι: Στην περιοχή καταγράφονται 13 τύποι οικοτόπων του Παραρτήματος I της Οδηγίας 92/43 από τους οποίους 4 είναι προτεραιότητας (3170*, 6230*, 9530*, 9560*).
Τα μεσογειακά εποχικά λιμνία (3170*) είναι εξαιρετικά σημαντικά τόσο σε εθνικό και όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Αυτός ο τύπος οικοτόπου έχει καταγραφεί μόνο σε 33 περιοχές Natura 2000 στην Ελλάδα: από αυτές 24 βρίσκονται στο Αιγαίο και μόνο 9 στην ηπειρωτική χώρα. Επιπλέον, τα λιμνία της περιοχής, μαζί με αυτά του Καλλιδρόμου, είναι τα μόνα καταγεγραμμένα σε μεγάλα υψόμετρα στην ηπειρωτική χώρα (ακόμα δύο λιμνία σε μεγάλα υψόμετρα υπάρχουν στην Κρήτη). Πρέπει να σημειωθεί ότι αυτός ο οικότοπος ενδέχεται να υπάρχει και σε άλλα σημεία της ηπειρωτική χώρα, αλλά δεν υπάρχουν επιβεβαιωμένες αναφορές. Τα λιμνία της Οίτης φιλοξενούν μερικά εξειδικευμένα και πολύ σπάνια στην Ελλάδα φυτικά είδη: το Myosurus minimus απαντάται μόνο σε 5-6 τοποθεσίες στην Ελλάδα (είναι σπάνιο σε επίπεδο νοτιοανατολικής Μεσογείου) και ο ορεινός όγκος της Οίτης είναι η μόνη τοποθεσία στην ηπειρωτική Ελλάδα όπου η παρουσία του έχει προσφάτως επιβεβαιωθεί. Το Ranunculus lateriflorus επίσης εμφανίζεται σε μόνο 5-6 θέσεις στην Ελλάδα και η Veronica oetaea είναι ενδημικό του βουνού (βλέπε παρακάτω). Επιπλέον, τα λιμνία είναι το ενδιαίτημα της Κιτρινομπομπίνας (Bombina variegata) που περιλαμβάνεται στο Παραρτήματος II της Οδηγίας 92/43, και δύο ειδών που προστατεύονται από τη Σύμβαση της Βέρνης, του Αλπικού Τρίτωνα (Ichtyosaura alpestris) και του Πρασινόφρυνου (Bufo viridis).
Επίσης η Οίτη είναι μία από μόλις 9 περιοχές του δικτύου Natura 2000 στην Ελλάδα όπου έχει καταγραφεί ο τύπος οικοτόπου 9560*, ενδημικά μεσογειακά δάση με είδη Juniperus. Τα δάση Μαλόκεδρου Juniperus foetidissima απαντώνται στην ΕΕ μόνο στη βαλκανική χερσόνησο και στην Κύπρο.
Ο τύπος οικοτόπου 6230*, λιβάδια πλούσια με Nardus, ποικίλων ειδών, σε πυριτιούχα υποστρώματα σε ορεινές περιοχές, έχει καταγραφεί σε 24 περιοχές Natura 2000 στην Ελλάδα και οι φυτοκοινωνίες της Οίτης είναι ανάμεσα στις πιο αντιπροσωπευτικές.
Χλωρίδα: Περιλαμβάνει 32 σπάνια ή απειλούμενα στην Ελλάδα taxa, 17 από τα οποία είναι ελληνικά ενδημικά. Από τα ενδημικά taxa, 10 είναι περιορίζονται στην περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και 3 είναι στενότοπα ενδημικά: η Veronica oetaea*, ένα κρισίμως κινδυνεύον τοπικό ενδημικό της Οίτης, το Alyssum gustavsonii, ενδημικό της Οίτης και του γειτονικού Παρνασσού, και το Polygonum papillosum, ενδημικό στα όρη Οίτη και Καλλίδρομο. Συνολικά 67 taxa είναι προστατευόμενα, μεταξύ τους και 19 taxa ορχιδέων προστατευόμενα από τη Σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο των Ειδών της Άγριας Πανίδας (CITES). Η Veronica oetaea*, είδος προτεραιότητας του Παραρτήματος II της Οδηγίας 92/43, προστατεύεται επίσης από τη Σύμβαση της Βέρνης. Δύο ακόμα φυτά, τα Ruscus aculeatus και Gentiana lutea περιλαμβάνονται στο Παράρτημα V της προαναφερθείσας Οδηγίας.
Ορνιθοπανίδα: Η περιοχή έχει χαρακτηριστεί ως ΖΕΠ και ως Σημαντική Περιοχή για τα Πουλιά (ΙΒΑ). Φιλοξενεί 21 είδη του Παραρτήματος I της Οδηγίας 79/409/EΟΚ για τα Πουλιά (13 επιδημητικά και 6 φωλιάζοντα) και τουλάχιστον 32 μεταναστευτικά είδη. Δέκα από τα είδη πουλιών είναι απειλούμενα σε εθνικό επίπεδο. Το γεγονός ότι στον ορεινό όγκο απαντούν 8 είδη δρυοκολάπτη υποδεικνύει την παρουσία δασών με ποικιλία δομών, γεγονός ασυνήθιστο στην κεντρική και νότια χώρα.
Θηλαστικά: Η περιοχή φιλοξενεί 30 απειλούμενα είδη που περιλαμβάνονται στο ελληνικό Κόκκινο Βιβλίο. Από αυτά, 24 προστατεύονται από τη Σύμβαση της Βέρνης (Παράρτημα ΙΙ). Πέντε είδη που κατοικούν στην περιοχή, το Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra balcanica), η Πυρρομυωτίδα (Myotis emarginatus), ο Μπαρμπαστέλλος (Barbastella barbastellus), η Καφέ Αρκούδα και ο Λύκος (Canis lupus*) συμπεριλαμβάνονται στο Παράρτημα II της Οδηγίας 92/43/EΟΚ.
Αμφίβια και Ερπετά: Η περιοχή φιλοξενεί 16 είδη προστατευόμενα από τη Σύμβαση της Βέρνης (Παράρτημα II). Ο Αλπικός Τρίτωνας αναπαράγεται εδώ σε μεγαλύτερους αριθμούς από ότι σε άλλα βουνά της Κεντρικής και Νότιας Ελλάδας. Τρία είδη, η Κιτρινομπομπίνα, η Γραικοχελώνα (Testudo graeca), και η Μεσογειακή Χελώνα (Eurotestudo hermanni) περιλαμβάνονται στο Παράρτημα II της Οδηγίας 92/43/EΟΚ.
Ασπόνδυλα: Είκοσι ένα σημαντικά είδη έχουν καταγραφεί μέχρι τώρα στην περιοχή, από τα οποία 12 είναι ενδημικά της Ελλάδας. Τρία είδη, τα Lycaeiodes argyrognomon, Plebejus pylaon, και Brenttis graeca χαρακτηριζονται ως σπάνια στην Ευρώπη και 8 είδη προστατεύονται από την εθνική νομοθεσία (Προεδρικό Διάταγμα 67/81).